ಌ♥ڿڰۣ«ಌ♥ڿڰۣ«ಌ♥ڿڰۣ«ಌ♥ڿڰۣΚΑΛΩΣ ΟΡΙΣΑΤΕ ಌ♥ڿڰۣ«ಌಌ♥ڿڰۣ«ಌ♥ڿڰۣ«ಌ♥ڿڰۣ«ಌ

Τ’ ΑΝΕΜΟΥ ΌΝΕΙΡΟ


Πέταξα πήρα τ’ ανέμου όνειρο
και το έκανα στα χέρια μου πεταλούδες
πήρα σταγόνες απ’ τα σύννεφα και ξεδίψασα .

Άνοιξα τις πύλες εκεί στον ήσυχο ήλιο
και μπήκε το φώς άπλετο μες το μυαλό μου
Κι έμεινε εκεί και με θαμπώνει

Πέταξα πήγα μακριά
στην άκρη των ονείρων και των πεταμένων αναμνήσεων
Κι άπλωσα πάνω απ’ τον κόσμο τα φτερά μου

Ήτανε όλα αυτά που θες κρυμμένα ξέρεις πού?
Πάνω σε κείνη τη μικρή ακτή
εκείνη που φεγγίζει στο σκοτάδι
και σαν την ψάχνεις χάνεται μα φαίνεται ξανά αλλού

Εκείνη που σου μοιάζει και μου μοιάζει
και ζητά μέσα στη νύχτα που πουλάν φωτιές
να κάψει όλα τα’ άφθαστα τα μύρια τα μεγάλα τα όλα δόξα και μαυρίλα
.
Εκείνα που συχνά είναι μπροστά σου και σου γνέφουν
εκείνα που σε κλείνουν σε ένα κύκλο
και σαν δουν πως πας στο χάος φεύγουν

Κι ύστερα πιο εκεί πολύ κοντά
ένας μικρός χορταριασμένος κήπος
και στη μέση χαμηλά πίσω απ’ τα χόρτα μια μονάχα .

Σαν νεράιδα σε χορό μασκέ η μαργαρίτα
θαρρείς πως κρύβει ότι απέμεινε στη φύση απ’ τη χαμένη ομορφιά

Πέταξα πήγα εκεί που του ουρανού τα χείλη
ακουμπούν τη γη κι ανθίζουνε
λουλούδια χίλια

εκεί που της νύχτας το δάκρυ ξεδιψά νεράιδες
κι άλλα τέτοια ξωτικά και νύφες

κι έσκυψα και ξεδίψασα κι εγώ

κι έκλαψα ,έκλαψα πολύ σαν το παιδί, και σαν μπορείς κλάψε και συ
κι άσε το δάκρυ σου να τρέξει,
να πέσει εκεί και να ποτίσει την ξερή την έρμη γή

ν’ ανθίσει μη χαθεί.